- Chlamydia trachomatis L1,L2,L3
Τα χλαμύδια είναι από τις πιο συχνές σεξουαλικώς μεταδιδόμενες ασθένειες με τις περισσότερες γυναίκες που προσβάλλονται να είναι ασυμπτωματικές. Η παρουσία χλαμυδίων οδηγεί σε αυτόματες αποβολές ενώ η κάθετή τους μετάδοση από τη μητέρα στο έμβρυο προκαλεί στο τελευταίο οφθαλμολογικά προβλήματα.
- Trichomonas vaginalis
Η λοίμωξη από την τριχομονάδα (trichomonas vaginalis), ένα μονοκυτταρικό παράσιτο (μαστιγοφόρο πρωτόζωο), ανευρίσκεται κυρίως στον τράχηλο, στην ουρήθρα και στην ουροδόχο κύστη για τις γυναίκες, ενώ στους άνδρες βρίσκεται κυρίως στην ουρήθρα και στον προστάτη. Η μετάδοση του γίνεται μέσω της σεξουαλικής επαφής αν και υπάρχουν αναφορές και για άλλους τρόπους μετάδοσης.
- Mycoplasma genitalium
Η λοίμωξη από το βακτήριο Mycoplasma genitalium συχνά δεν προκαλεί κάποια συμπτώματα. Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες της μόλυνσης παραμένουν άγνωστες (η παραγωγή της πρωτεΐνης Μ του βακτηρίου έχει συσχετισθεί με κάποιες ασθένειες), ωστόσο βραχυπρόθεσμα μπορεί να προκαλέσει ουρηθρίτιδα και στα δύο φύλα καθώς και τραχηλίτιδα και φλεγμονή της πυέλου στις γυναίκες. Η μετάδοση γίνεται κυρίως μέσω της σεξουαλικής επαφής.
- Ureaplasma parvum
Tο ουρεόπλασμα (Ureaplasma urealyticum) αποτελεί μέρος της φυσιολογικής χλωρίδας του γεννητικών οργάνων τόσο των ανδρών όσο και των γυναικών
Το είδος ureaplasma είναι μοναδικό επειδή έχει την ικανότητα να υδρολύει την ουρία. Είναι άγνωστο αν υπάρχει διαφορά στην παθογένεια μεταξύ των δύο ειδών των ureaplasma, των U. urealyticum και U. Parvum.
- Ureaplasma urealyticum
Η λοίμωξη από Ureaplasma Urealyticum προκαλεί καταστροφή των κροσσών των επιθηλίων. Η προσκόλληση του βακτηρίου στα σπερματοζωάρια προκαλεί μεταβολές της φυσιολογίας και του μεταβολισμού τους. Αποτελεί μία κοινή λοίμωξη και είναι από τις πιο συχνές αιτίες υπογονιμότητας και αποβολών.
Έχει, συσχετιστεί με έναν αριθμό ασθενειών στον άνθρωπο, συμπεριλαμβανομένης της μη-ειδικής ουρηθρίτιδας, της στειρότητας, της χοριοαμνιονίτιδας, του θνησιγενούς πρόωρου τοκετού, και, στην περιγεννητική περίοδο με πνευμονία, βρογχοπνευμονική δυσπλασία και μηνιγγίτιδα.
- Mycoplasma hominis
Η βασική παθογόνος δράση των μυκοπλασματικών λοιμώξεων βασίζεται στην έντονη προσκόλληση τους σε κύτταρα του ξενιστή. Τα γεννητικά μυκοπλάσματα προσκολλώνται στα επιθηλιακά κύτταρα του ουρογεννητικού συστήματος. Η λοίμωξη από το mycoplasma hominis έχει ενοχοποιηθεί για μη χλαμυδιακή και μη γονοκοκκική ουρηθρίτιδα στους άνδρες (ανθεκτική στα αντιβιοτικά) και έχει ανιχνευθεί και σε γυναίκες με τραχηλίτιδα και πυελική φλεγμονώδη νόσο.
- HSV 1,2
Υπάρχουν δύο τύποι του ιού, ο επιχείλιος έρπητας (HSV1) και ο έρπης των γεννητικών οργάνων (HSV2), οι οποίοι εισέρχονται στον οργανισμό μέσω των βλεννογόνων ή πιθανών εκδορών του δέρματος. Η αρχική λοίμωξη μπορεί να μη γίνει αντιληπτή και η βαρύτητά της ποικίλλει. Το στόμα και τα χείλη αποτελούν συνήθεις περιοχές λοίμωξης και μετάδοσης του HSV1, ενώ ο HSV2 μεταδίδεται κυρίως με τη σεξουαλική επαφή και ευθύνεται για τις περισσότερες λοιμώξεις στο κάτω ήμισυ του σώματος. Η λοίμωξη στην εγκυμοσύνη, ενέχει τον κίνδυνο να επιμολυνθεί το έμβρυο κατά την διάρκεια του τοκετού, με σοβαρές επιπλοκές στην υγεία του (πχ. εγκεφαλίτιδα κ.α).
- Neisseria gonorrhoeae
Η λοίμωξη το βακτήριο Neisseria gonorrhoeae, προκαλεί το σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα γονόρροια. Το βακτήριο αναπτύσσεται και πολλαπλασιάζεται στους βλεννογόνους του σώματος και μολύνει τόσο τις γυναίκες όσο και τους άντρες. Επίσης, υπάρχει πιθανότητα κάθετης μετάδοσης από τη μητέρα στο έμβρυο, στη διάρκεια του τοκετού.
- Treponema pallidum
Η λοίμωξη από το βακτήριο Treponema pallidum (ωχρά σπειροχαίτη), προκαλεί το σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, σύφιλη. Η μετάδοση γίνεται μέσω της σεξουαλικής επαφής.
Μέθοδος:
Ανάστροφος υβριδισμός (Strips)
Είδος δείγματος:
- Τραχηλικό επίχρισμα
- Βιοψία τραχήλου και ιστών
- Σπέρμα
- Ουρηθρικό επίχρισμα (άρρενα άτομα)
- Ούρα
- Αίμα περιόδου
Οδηγίες λήψης δείγματος:
- Για ανάλυση σε δείγμα κολποτραχηλικού/ουρηθρικού επιχρίσματος: σε φιαλίδιο Universal προστίθενται 5ml φυσιολογικού ορού και με μια ψήκτρα γίνεται η λήψη του δείγματος (όπως Pap–test).
- Για ανάλυση σε δείγμα σπέρματος: η συλλογή γίνεται σε αποστειρωμένο ουροσυλλέκτη.
- Η συλλογή των υπολοίπων δειγμάτων γίνεται μέσα σε αποστειρωμένα σωληνάρια τα οποία προμηθεύεστε από το Κέντρο μας.
Συνθήκες μεταφοράς:
Διατηρείται στους 2–8°C μέχρι τη μεταφορά του στο εργαστήριο.
Xρόνος απάντησης:
1–3 ημέρες.